- επικεράννυμι
- ἐπικεράννυμι (Α)ανακατεύω και πάλι, για δεύτερη φορά («σὺ δὲ κηρύκεσσι κέλευσον οἶνον ἐπικρῆσαι», Ομ. Οδ.).[ΕΤΥΜΟΛ. < επί + κεράννυμι «ανακατεύω»].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ἐπικεραννύντα — ἐπικεράννυμι mix in addition pres part act neut nom/voc/acc pl ἐπικεράννυμι mix in addition pres part act masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπικεραννύντων — ἐπικεράννυμι mix in addition pres part act masc/neut gen pl ἐπικεράννυμι mix in addition pres imperat act 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπικερασάντων — ἐπικεράννυμι mix in addition aor part act masc/neut gen pl ἐπικεράννυμι mix in addition aor imperat act 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπικεράσαι — ἐπικεράννυμι mix in addition aor inf act ἐπικεράσαῑ , ἐπικεράννυμι mix in addition aor opt act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπικεράσαντα — ἐπικεράννυμι mix in addition aor part act neut nom/voc/acc pl ἐπικεράννυμι mix in addition aor part act masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπικεραννύναι — ἐπικεράννυμι mix in addition pres inf act … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπικερασθῆναι — ἐπικεράννυμι mix in addition aor inf pass … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπικερασθέντος — ἐπικεράννυμι mix in addition aor part pass masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπικερασθέντων — ἐπικεράννυμι mix in addition aor part pass masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπικεράσαιτο — ἐπικεράννυμι mix in addition aor opt mid 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)